Δόγμα
ΑΡΧΉ Ή ΣΎΝΟΛΟ ΑΡΧΏΝ ΟΡΙΣΜΈΝΑ ΑΠΌ ΜΊΑ ΑΥΘΕΝΤΊΑ ΩΣ ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΉΤΗΤΗ ΑΛΉΘΕΙΑ
Ο όρος δόγμα σημαίνει «γνώμη, φρόνημα», ενώ στην αρχαιότητα σήμαινε επίσης «απόφαση, κρίση», «έννοια» και «εντολή, διαταγή». Είναι δυνατόν να αφορά μια θεμελιώδη αρχή ενός φιλοσοφικού ή θρησκευτικού συστήματος ή να περιγράφει το σύνολο των δοξασιών μιας θρησκευτικής πίστης, το οποίο οι οπαδοί της αποδέχονται ως αληθινό και αναμφισβήτητο.